Το παρακάτω είναι μετάφραση του άρθρου που έγραψε η Lindy West για τους New York Times. To αρχικό κείμενο βρίσκεται εδώ. Η μετάφραση έγινε από τη φίλη της σελίδας AP, και την ευχαριστούμε πολύ.
Τις πρώτες χίλιες φορές που με κατηγόρησαν ως μια πολιτικά ορθή, ενάντια στην ελευθερία του λόγου λογοκρίτρια, μου είχε φανεί ανόητο. Η κατηγορία ήταν πάντα ως απάντηση σε κάποια σχετικά αβλαβή κριτική της κουλτούρας μας – όπως, ας πούμε, ότι ο ρατσισμός είναι κακός και οι καλλιτέχνες πρέπει να προσπαθούν να μην παράγουν ρατσιστική τέχνη αν δε θέλουν να αποκαλούνται ρατσιστές. Ή ότι αν οι κωμικοί θέλουν να αστειεύονται σχετικά με το βιασμό, θα πρέπει να γράφουν τα αστεία τους πολύ προσεκτικά γιατί ο βιασμός είναι κάτι πολύ φρικτό. Το είδα να συμβαίνει και σε άλλες γυναίκες επίσης, γυναίκες που ζητούσαν καλύτερη εκπροσώπηση στα μέσα, ή που είχαν τολμήσει να αναφέρουν τη λέξη «βιντεοπαιχνίδια.»
Πάντα γελούσα με την κατηγορία ότι είμαι ενάντια στον ελευθερία του λόγου. Δεν είμαι η κυβέρνηση. Κυριολεκτικά δε μπορώ να λογοκρίνω κανένα. Δεν μπορώ να κυκλοφορώ συλαμβάνοντας κωμικούς και να τους σέρνω στην αστειο-φυλακή. (Έτσι κι αλλιώς είμαι κατά του θεσμού των φυλακών. Κι αυτό ισχύει ακόμα και για παραπτώματα διά μικροφώνου.)
Η κριτική δεν είναι λογοκρισία, και όσο επίμονη κι αν είναι η ταξιαρχία ελευθερίας λόγου του Twitter, ένιωθα ασφαλής γνωρίζοντας ότι μπορούσαμε πάντα να επιστρέψουμε στο κείμενο. Το Σύνταγμα ήταν με το μέρος μου.
Αλλά αυτό ήταν όταν νόμιζα πως τα γεγονότα έχουν ισχύ, όταν αυτό που θεωρούμε ως αλήθεια ήταν βασισμένο περισσότερο στην πραγματικότητα που μπορούμε να παρατηρήσουμε και λιγότερο στα λογύδρια παρανοϊκών θείων που θα προτιμούσαν να πεθάνουν από αποτρέψιμες ασθένεις παρά να επιτρέψουν στον πρώτο μαύρο πρόεδρο των Η.Π.Α. να αφήσει πίσω του μια ακέραιη κληρονομιά. Όταν το παραμύθι της «ελευθερίας του λόγου» μπήκε στη ζωή μου, γύρω στο 2012, φαινόταν τόσο ανόητο όσο η ιδέα του Donald Trump ως προέδρου. Ουπς.
Από τότε, η κατηγορία για περιορισμό του ελεύθερου λόγου, που απευθύνεται κυρίως όταν ασκείται κριτική στην κουλτούρα μας και ειδικά σε φεμινιστικές συζητήσεις, έχει εξαπλωθεί. Τρέφεται κυρίως από άντρες στο ίντερνετ που στο παρελθόν συντηρούσαν τα παράπονά τους μόνοι τους, σε διάσπαρτες κλειστές κοινότητες στο ίντερνετ – φόρουμ για τα δικαιώματα των αντρών, μπλογκ για βιντεοπαιχνίδια. Σταδιακά, αυτές οι κοινότητες έχουν ενωθεί σε ένα τεράστιο, θιγμένο, μισογύνικο στρόβιλο και έχουν ενωθεί γύρω από ένα κοινό ενδιαφέρον: το να παριστάνουν ότι τους ενδιαφέρει η ελευθερία του λόγου για να μπορούν να νιώθουν δικαιολογημένοι όταν παρενοχλούν καταπιεσμένες ομάδες που τολμάνε να έχουν απόψεις.
Στo VidCon (convention δημιουργών ονλάην βίντεο) δύο εβδομάδες πριν, η φεμινίστρια κριτικός της κουλτούρας Anita Sarkeesian ανέβηκε στη σκηνή για ένα πάνελ σχετικά με τις εμπειρίες των γυναικών στο διαδίκτυο, και βρήκε τις πρώτες δύο σειρές των θεατών γεμάτες με τα άτομα που την παρενοχλούσαν στο διαδίκτυο που την κοιτούσαν μοχθηρά και την βιντεοσκοπούσαν με τα τηλέφωνά τους.
Η κα Sarkeesian έχει παρακολουθηθεί, παρενοχληθεί και απειληθεί ανελέητα από το 2012, όταν ξεκίνησε μια εκστρατεία μέσω Kickstarter για να χρηματοδοτήσει μια σειρά βίντεο στο YouTube όπου θα ασκούσε κριτική στην εκπροσώπηση των γυναικών στα βιντεοπαιχνίδια.
Ως αντίποινα, άντρες την έχουν απειλήσει με βιασμό και φόνο, έχουν ανακαλύψει και διαδώσει τις προσωπικές της πληροφορίες, έχουν καλέσει την αστυνομία για να προειδοποιήσουν για τρομοκρατικές επιθέσεις σε δημόσιες εκδηλώσεις στις οποίες πρόκειται να εμφανιστεί και έχουν μετατρέψει την εμμονή τους να την κάνουν να σιωπήσει σε ανταγωνιστικό άθλημα. Όλα αυτά, υποστηρίζουν, είναι για να προστατέψουν την ελευθερία του λόγου, την οποία η κα Sarkeesian, την οποία με τις απόψεις που εκφράζει ένθερμα και με ακρίβεια για τα σχετικά μεγέθη περιζωμάτων σε ανδρικούς και γυναικείους χαρακτήρες βιντεοπαιχνιδιών κάπως απειλεί.
Η θέση της δεν είναι αξιοζήλευτη.
«Υπάρχουν γυναίκες που έχουν πει σε εμένα, ή σε άτομα στους κύκλους μου, ότι δε θα ήθελαν να είναι στη θέση μου,» μού είπε η κα Sarkeesian. «Δεν θέλουν να τους συμβεί αυτό που μου συνέβει, κι έτσι κρατούν το κεφάλι τους κάτω και μένουν ήσυχες.» Η απουσία είναι αόρατη. Δε γνωρίζουμε καν ποιες έχουν χαθεί – πόσες φοβήθηκαν πριν καν ξεκινήσουν. Τι γίνεται με τη δική τους ελευθερία του λόγου;
Το να αρνείται καμιά να παραιτηθεί, όπως η κα Sarkeesian, συχνά έχει και αόρατες επαγγελματικές συνέπειες. «Τα βίντεό μας στο YouTube δεν προωθούνται ούτε υποστηρίζονται από τους αλγορίθμους τους όπως τα βίντεο μίσους για μας, γιατί δε μπορούμε να έχουμε ανοικτά τα σχόλια,» είπε. «Αυτό μας τιμωρεί.»
Μπορείς να βρεις ανειλικρινή ρητορική για την προστασία της ελευθερίας του λόγου σε κάθε διαμάχη κουλτούρας της ψηφιακής εποχής. Το ρεφρέν έχει γίνει τόσο ευρέως διαδεδομένο που έχει καθιερωθεί μέχρι και το ομόφωνό του σε προοδευτικούς κύκλους: «freeze peach!» («free speech!») Τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό από το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου, λένε οι άντρες στο διαδίκτυο, αρκεί να το ερμηνεύεις με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως αυτοί: ως ένα μαγικό ξόρκι που σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται σε κανένα που δε συμπαθείς να σου ασκήσει κριτική.
Ο νόμος δε συμφωνεί με αυτή την ερμηνεία. «Το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου ελέγχει μόνο την κυβέρνηση,» εξήγησε η Rebecca Tushnet, καθηγήτρια νομικής με ειδίκευση στην ελευθερία του λόγου στο Harvard. Πιστεύει ότι υπάρχει κάποια βάση στο επιχείρημα ότι η κριτική της τέχνης που παράγει κάποιος παρεμβάλλεται στο δικαίωμά του στην ελευθερία του λόγου; «Όχι.»
Παρ’ όλα αυτά έχει αποδειχθεί μια εκπληκτικά αποτελεσματική ρητορική στρατηγική. Οι Αμερικανοί είμαστε παθιασμένα περήφανοι για την κουλτούρα της (σχεδόν) χωρίς όρια έκφρασης που έχουμε, αν και συχνά οι παράμετροι του δικαιώματος στην ελευθερία του λόγου δε μας είναι τόσο ξεκάθαρες.
«Η ελευθερία του λόγου είναι ένα σύνθημα γύρω από το οποίο είναι εύκολο να συσπειρωθεί κόσμος,» είπε η κα Sarkeesian, «κι αυτό δουλεύει υπέρ τους. Μετατρέπουν την ελευθερία του λόγου σε όπλο, ώστε να διατηρήσουν την κυριαρχία τους στην κουλτούρα.»
Ο στόχος των επικριτών της κας Sarkeesian δεν ήταν ποτέ η προστασία της ελευθερίας του λόγου. Αν ήταν, 8.000 από αυτούς δε θα είχαν υπογράψει μια διαδικτυακή αίτηση για τη σύλληψη της κας Sarkeesian και τη στόχο του GamerGate Zoe Quinn – ζητώντας δηλαδή την κράτησή τους από την πολιτεία ως αντίποινα για το λόγο τους – επειδή απευθύνθηκαν στα Ηνωμένα Έθνη σχετικά με τη διαδικτυακή παρενόχληση. Κι όμως, αυτό έκαναν. (Το έγκλημα της κας Sarkeesian και της κας Quinn, σύμφωνα με κάποιον που είναι σίγουρα δικηγόρος: «ζήτησαν την παρέμβαση των Η.Ε. (Ξένοι Παράγοντες) με την πρόθεση να περιορίσουν την ελευθερία του διαδικτυακού λόγου, αντίθετα με τη νομοθεσία των Η.Π.Α.»)
Αν ο στόχος τους ήταν όντως να προστατέψουν το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου, θα είχαν αντιδράσει κάπως όταν ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Reince Priebus, επιβεβαίωσε πως ο Πρόεδρος Trump αναλογίζεται την τροποποίηση της νομοθεσίας περί λίβελλου, κατά πάσα πιθανότητα ώστε να μπορεί να ασκήσει διώξεις εναντίον δημοσιογράφων που πληγώνουν τα αισθήματά του.
Αν ο στόχος τους ήταν όντως το να καταστρέψουν την πολιτική ορθότητα, κάτι που ο κος Trump υποσχέθηκε πως ήταν η κορυφαία του προτεραιότητα, θα είχαν συσπειρωθεί σε υποστήριξη της Kathy Griffin, του Stephen Colber και του Johnny Depp αντί να τους – σύμφωνα με το δικό τους ορισμό – «λογοκρίνουν» με τουλάχιστον τόσο μένος όσο έδειξαν όταν υπερασπίζονταν τον Milo Yiannopoulos όταν ο λογαριασμός του στο Twitter τέθηκε σε διαθεσιμότητα (κάτι πλήρως νόμιμο, σύμφωνα με τους κανονισμούς του Twitter).
Αν ο στόχος τους ήταν όντως να προάγουν την ελεύθερη δημόσια συζήτηση, θα είχαμε δει εκκωφαντική δικομματική υποστήριξη για την Keeanga-Yamahtta Taylor, τη βοηθό καθηγητή Αφρο-Αμερικανικών σπουδών στο Princeton και συγγραφέα του «From #BlackLivesMatter to Black Liberation,» που ακύρωσε δύο ομιλίες της στα τέλη του Μαΐου αφού το κανάλι Fox News μετέδωσε ένα βίντεο στο οποίο αποκαλούσε τον Πρόεδρο Trump ως «ρατσιστή και σεξιστή μεγαλομανή.» Η Καθηγήτρια Taylor έλαβε περισσότερα από 50 «γεμάτα μίσος και απειλητικά e-mails» πολλά εκ των οποίων περιείχαν ρατσιστικό λόγο, και μερικά περιείχαν «συγκεκριμένες απειλές βίας, συμπεριλαμβανομένου και φόνου,» όπως έγραψε σε δήλωσή της.
Πού ήταν οι γενναίοι ιππότες της ελευθερίας του λόγου όταν η καθηγήτρια Taylor εκφοβιζόταν σε σιωπή;
Δεν ήταν πουθενά, φυσικά (εκτός, ίσως, στην άλλη μεριά μερικών από εκείνα τα e-mails), γιατί ο πραγματικός τους στόχος ήταν πάντα να διασφαλίσουν ότι αν κάποιος καθορίζει τους τρόπους με τους οποίους συλλογικά επιλέγουμε να περιορίσουμε το λόγο μας στο όνομα αξιών, θα είναι αυτοί που θέτουν τα όρια. Θέλουν να επιστρέψουμε σε μια εποχή όπου τα μη-λευκά άτομα και οι γυναίκες δεν έλεγαν στους λευκούς άντρες τι να κάνουν. Και μόνο ένας προεδρικός υποψήφιος στις εκλογές του 2016 υποσχέθηκε μια τέτοια επιστροφή.
Η εκλογή του Donald Trump και η κραυγή «ελευθερία του λόγου» για να σταματήσει κάθε συζήτηση περί ευαισθησίας της κουλτούρας δεν είναι άσχετες μεταξύ τους. Η προβολή των αντιθέσεων περιθωριοποιημένων ομάδων ως παραβίαση του δικαιώματος στην ελευθερία του λόγου είναι το είδος του ψευδο-διανοούμενου επιχειρήματος που φαντάζει λογικό στα άτομα που δεν ενδιαφέρονται να προσέξουν τη συζήτηση γιατί δεν έχουν κάτι να χάσουν. Η «συζήτηση» είναι καλή! Το φως του ήλιου είναι το καλύτερο αντισηπτικό! Όσο περισσότερο χρόνο δίνουμε σε παράλογους μισαλλόδοξους σε πλατφόρμες υψηλής ακροαματικότητας, τόσο πιο επιμελώς ακούμε και τις δύο πλευρές, μένουμε «δίκαιοι και ισορροπημένοι», και τόσο γρηγορότερα θα απορριφθούν από το κοινό!
Δυστυχώς, όπως μπορεί να επιβεβαιώσει κάθε επιστήμονας (όσο έχουμε ακόμα τέτοιους), στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, το φως του ήλιου προκαλεί ανάπτυξη. Η συγχώνευση της κριτικής με τη λογοκρισία προάγει ένα σύστημα στο οποίο όλες οι θέσεις αξίζουν την ίδια εξέταση, καμιά κακή ιδέα δε μπορεί ποτέ να απορριφθεί, και τα ψέματα είναι το ίδιο έγκυρα όσο η αλήθεια.
Δεν είναι δύσκολο να τραβηχθεί μια ίσια γραμμή από την κατάχραση της ελευθερίας του λόγου από τους πολεμιστές της κουλτούρας του διαδικτύου στις τωρινές μαζικές ψευδαισθήσεις σχετικά με την κλιματική αλλαγή, το Hyde Amendment (Σ.τ.Μ: η τροποποίηση του νόμου που απαγορεύει τη χρήση κρατικών κονδυλίων για την πληρωμή εκτρώσεων), την σεξουαλική παιδεία που ασχολείται μόνο με την αποχή από το σεξ, την ιατροφαρμακευτική κάλυψη ως πολυτέλεια, και την τάξη ως αξιοκρατία. Η ρητορική για την «ελευθερία του λόγου» γέννησε τα «ψεύτικα νέα,» που γέννησαν τα «εναλλακτικά γεγονότα.»
Η δεξιά δε μπορεί να υποστηρίζει επίσημα το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου όταν ο ίδιος της ο πρόεδρος είναι ενεργά εχθρικός σε αυτό. Μερικές φορές το αντισηπτικό είναι το καλύτερο αντισηπτικό.
cortlinux
23/07/2017
Δυστυχως το αρθρο δεν αφορα μονο τις ΗΠΑ. Πολλη καλη δουλεια.