Το παρακάτω κείμενο το μοιράστηκε μαζί μας η Ν., αναγνώστρια των Καμένων Σουτιέν. Την ευχαριστούμε πάρα πολύ που βρήκε το θάρρος και τη δύναμη να γράψει για μια εμπειρία δύσκολη και τραυματική και χαιρόμαστε που αισθάνθηκε αρκετή ασφάλεια και άνεση να μας το στείλει. Προειδοποιούμε με τεράστιο **TRIGGER WARNING** για περιγραφές σεξουαλικής επίθεσης.
_________________________________________________________
Θέλω να παραθέσω κάτι στο site σας γιατί πιστεύω ότι αν η εμπειρία που θέλω να μοιραστώ έχει κάπου θέση είναι στη σελίδα σας.
Στα 17 μου είχα κάποιες κρίσεις πανικού που συνδυάζονταν κυρίως με την απομάκρυνσή μου από το σπίτι μου ή από την καθημερινή μου ρουτίνα. Οι κρίσεις αυτές με χτυπούσαν κυρίως στο στομάχι και με αρρώσταιναν. Επίσης μου δημιουργούσαν νεύρα, υπερδιέγερση και σοβαρές αϋπνίες. Όντας λοιπόν μικρή θεώρησα πως δεν είναι φυσιολογικό να αντιδρά το σώμα μου έτσι στην αλλαγή και αποφάσισα να δω κάποιον ψυχίατρο.
Ξεκίνησα να πηγαίνω στο γραφείο του κ. Χ. λοιπόν, ενός ψυχίατρου κοντά στη σύνταξη με ειδίκευση όμως ομοιοπαθητικού, καθώς θεωρήσαμε με τη μητέρα μου πως το πρόβλημά μου είναι ψυχοσωματικό και πρέπει να το αντιμετωπίσουμε και από τις 2 πλευρές του.
Πέρασα 3 χρόνια μαζί του. Του είπα τα πάντα, όπως οφείλω να λέω σε κάθε γιατρό. Πράγματα που δεν ομολογούσα ούτε στον ίδιο μου τον εαυτό καλά καλά. Πάνω απ’ όλα υπήρχε αυτή η σιγουριά που μου απέπνεε ότι μπορώ να του πω τα πάντα χωρίς να με κρίνει. Το μόνο που με παραξεύνευε λίγο ήταν ο χρόνος που αφιερώναμε κάθε φορά να μιλάμε για το σεξ. Αλλά δε το θεώρησα ακατάλληλο γιατί “γιατρός είναι ξέρει τι κάνει” και ίσως γιατί τότε ανέπτυσσα έμπρακτα τις σεξουαλικές μου επιθυμίες και προτιμήσεις, οπότε υπέθετα ότι ήταν πολύ σημαντικό κομμάτι της θεραπείας μου.
Την τελευταία φορά που συναντηθήκαμε ήμουν 20 χρονών. Συζητούσαμε για τον οργασμό και του έλεγα ότι μου ήταν δύσκολο να έρθω σε οργασμό όταν κάνω σεξ και ότι ίσως αυτό οφείλεται στο ότι δε χαλαρώνω γιατί με απασχολεί πολύ το πως φαίνομαι. Μου προτείνει λοιπόν να κάνουμε μια άσκηση. Να σημειώσω εδώ ότι κατα καιρους κάναμε “ασκήσεις” οι οποίες δεν ήταν τίποτα σπουδαίο, απλά πίεζε συγκεκριμένα σημεία στην πλάτη μου λέγοντας μου πράγματα όπως “σήμερα είσαι πιο σφιγμένη από την προηγούμενη φορά”.
Εκείνη ήταν η πρώτη φορά που μου είπε να ξεπουμπώσω το σουτιέν. Άρχιζε να μου πιάνει το στήθος όπως ο γυναικολόγος όταν σε κοιτάει για καρκίνο του μαστού. Αλλά κάτι στον τρόπο που το έκανε με έκανε να νιώθω άβολα. “Ηρέμησε, είναι μέρος της άσκησης” είπα στον εαυτό μου και περίμενα. Μου είπε να ξαπλώσω. Έτσι όπως ξάπλωσα, έκλεισα τα μάτια μου γιατί ντρεπόμουν να δω. Μου είπε να ξεπουμπώσω το παντελόνι μου. Το έκανα. Άρχισε να με χαϊδεύει έντονα και έβαλε το χέρι του μέσα από το παντελόνι μου και το εσώρουχό μου και άρχισε να με χαϊδεύει πάνω ακριβώς από το σημείο που βρίσκονται τα χείλη. Έτσι όπως με χάιδευε άρχισε να τρίβει το πέος του (που ήταν αναμφισβήτητα σηκωμένο) στο μπράτσο μου έτσι όπως ήμουν ξαπλωμένη.
Είχα παγώσει. Το μυαλό μου δούλευε πυρετωδώς αλλά μου ήταν αδύνατον να κουνηθώ. Είχα κοκαλώσει και είχα μουδιάσει γιατί δε μπορούσα να πιστέψω ότι ο γιατρός που είχα 3 χρόνια θα έκανε κάτι τέτοιο. Έλεγα “θα σταματήσει κάποια στιγμή” έλεγα “πρέπει να πω κάτι να τον σταματήσω” και μετά σκεφτόμουνα πως αν αντισταθώ μπορεί να φοβηθεί και να γίνει βίαιος. Έτσι λοιπόν όπως δεν ήξερα τι να κάνω με ρώτησε σχεδόν ψιθυριστά “νιώθεις άνετα” και του απάντησα πάντα με κλειστά μάτια “ε, δεν νιώθω πολύ άνετα με αυτό που γίνεται”. Σταμάτησε κατευθείαν και έφυγε από πάνω μου. Σηκώθηκα πλάτη σε αυτόν και ντύθηκα ακόμα σοκαρισμένη. Όταν γύρισα τον είδα να κάθεται στο γραφείο του χωρίς να με κοιτάει στα μάτια. Τα χέρια του έτρεμαν. Μου είπε χάνοντας τα λόγια του ότι πρέπει να κάνω αυτή την άσκηση για να χαλαρώνω και κάτι τέτοια. Τον πλήρωσα κι έφυγα.
Στη διαδρομή για το σπίτι δεν είχα καταλάβει ακόμα τι έχει συμβεί. Ήμουν μουδιασμένη. Προσπαθούσα να δικαιολογήσω στο μυαλό μου την ύπαρξη μιας τέτοιας άσκησης. Το πρώτο πράγμα που έκανα όταν γύρισα σπίτι ήταν να μιλήσω στη μητέρα μου. Το θέμα διευθετήθηκε. Έγινε γνωστό στο σύλλογο των γιατρών. Τον απειλήσαμε με μήνυση που ποτέ δεν κάναμε και λόγω λεφτών και λόγω ψυχολογικής μου φθοράς, αλλά που σίγουρα τον τρόμαξε για ένα διάστημα. Με πήρε και πολλά τηλέφωνα για να ζητήσει συγγνώμη αλλά δεν απαντούσα. Κάποια στιγμή έβαλα τον πατέρα μου να το σηκώσει και δε με ξαναπήρε. Ήθελα να κάνω σα να μη συνέβει ποτέ αυτό που έγινε.
Αυτό για το οποίο θέλω να μιλήσω είναι το πως ένιωσα μετά από αυτό το περιστατικό γιατί νομίζω ότι δεν είναι καθόλου τυχαίο. Αρχικά προσπάθησα να τον δικαιολογήσω λοιπόν. Επειδή αυτός είναι γιατρός και εγώ “δεν ξέρω” μπορεί να τον είχα παρεξηγήσει και να έκανε όντως κάποια άσκηση. Μετά προσπαθούσα απεγνωσμένα να σκεφτώ τι έκανα ΕΓΩ. Τι μπορεί να φόρεσα τι μπορεί να του είπα που να τον κάλεσε να κάνει κάτι τέτοιο. Και τέλος ντράπηκα.
Ντράπηκα για κάτι που δεν έχω κάνει. Και ντράπηκα πολύ. Ένιωσα “χαλασμένη” και ότι “φταίω”. Ένιωσα ότι κανείς δεν πρέπει να μάθει τι μου συνέβη, γιατί για κάποιο λόγο αυτό δε θα ζημίωνε αυτόν, αλλά εμένα.
Όλο αυτό το συμβάν με έκανε να σκεφτώ. Αποκλείεται να είμαι η μόνη που έχει βιώσει κάτι τέτοιο και κυρίως αποκλείεται να είμαι η μόνη που φοβήθηκε να το πει. Άρα δεν είμαι μόνη μου. Και πάλι καλά που ήμουνα 20 χρονών. Αν αυτό είχε γίνει σε ένα δεκατριάχρονο; Και δεν είναι ότι με βίασε κιόλας. Φτηνά τη γλίτωσα λοιπόν. Είναι όμως έτσι;
Από μικρή θυμάμαι το μπαμπά μου να μου λέει “Μην αφήνεις κανέναν να σε λέει δεσποινίς. Δε χρειάζεσαι κανέναν άντρα για να λέγεσαι κυρία. Είσαι κυρία του εαυτού σου” . Το οικογενειακό μου περιβάλλον με έχει δυναμώσει και με έχει κάνει να βλέπω το ρόλο που έχει η γυναίκα στη σημερινή κοινωνία και πόσο απαράδεκτος αναχρονιστικός και ανελεύθερος είναι. Παρόλα αυτά όμως το πρώτο πράγμα που λειτούργησε στην παραπάνω περίπτωση ήταν η ενοχή. Η έννοια του “φταίω”. Πως γίνεται το θύμα να φταίει; Πως γίνεται το θύμα να νιώθει ντροπή; Πως γίνεται να επιτρέπεται και να διογκώνεται ακόμα αυτή η αντίληψη στη σημερινή κοινωνία; Και η απάντηση είναι γιατί δεν έφυγε ποτέ. Γιατί η καταπίεση της γυναίκας δεν έχει αλλάξει καθόλου. Απλά έχει διαφορετική μορφή, η οποία θα μπορούσε να πει κανείς είναι και πιο επικίνδυνη γιατί είναι πιο δυσδιάκριτη.
Οι αντιδράσεις των φίλων μου (αντρών και γυναικών) όταν αποφάσισα να μιλήσω ήταν αντιδράσεις υποστήριξης και συμπαράστασης, καθώς και τα χειρότερα λόγια για έναν γιατρό που ξεχνάει τελείως τι θα πει η λέξη λειτούργημα. Ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει η αντίδραση δύο πρώην συντρόφων μου που μου είπαν, όχι από κακία αλλά για να μου “φτιάξουν το κέφι” πως τον δικαιολογούν που δεν μπορούσε να ελέγξει τον εαυτό του, πράγμα που τότε δε μου έκανε μεγάλη εντύπωση αλλά όσο πιο πολύ το σκέφτομαι τώρα τόσο πιο πολύ με ανακατεύει. Θα πρέπει δηλαδή να με κάνει να νιώθω κολακευμένη το γεγονός ότι ένας άντρας “δεν μπορούσε να αντισταθεί στο ζωώδη μαγνητισμό μου”;! Αστεία πράγματα.
Αμφιταλαντευόμουν για το αν έπρεπε να γράψω τι μου συνέβη ακριβώς στο γραφείο του κ. Χ αλλά αποφάσισα να το κάνω γιατί δεν είμαι εγώ αυτή που πρέπει να ντρέπεται. Είναι αυτός. Αυτό το κείμενο είναι ο τρόπος μου να ξορκίσω κάτι που μου συνέβη και θα συνεχίσει να συμβαίνει αν δε μιλάμε.
Περισσότερο διάβασμα:
– Rape is not a compliment | Shakesville
– Τι είναι η κουλτούρα του βιασμού;
– Τι είναι η σεξουαλική αντικειμενοποίηση;
neofotistou
24/06/2013
Ευχαριστούμε τόσο πολύ Ν. Τόσο δυνατό κείμενο.
maria
01/07/2013
πολύ ωραίο κείμενο. νιώθω ποιο δυνατή!!!