Όταν οι Ruth και Elliot Handler σχεδίαζαν το 1959 την Μπάρμπι, δε φανταζόντουσαν τον αντίκτυπο που θα είχε αυτή η φιγούρα στο γυναικείο πληθυσμό του πλανήτη. Από τότε μέχρι και σήμερα εκατομμύρια γυναίκες και νέα κορίτσια προσπαθούν με κάθε τρόπο να αποκτήσουν το σώμα της Μπάρμπι, πράγμα σχεδόν ακατόρθωτο, πόσο μάλλον σε χώρες όπου ο μέσος σωματότυπος απέχει έτη φωτός από εκείνον της γνωστής κούκλας. Οι Brownell & Napolitano μελετώντας τις σωματικές αναλογίες της Μπάρμπι της δεκαετίας του ’90, βρήκαν ότι είναι ελάχιστα ρεαλιστικές. Προειδοποίησαν, επίσης, ότι το συγκεκριμένο μοντέλο σώματος, μπορεί να αλλοιώσει την αισθητική αντίληψη των παιδιών για το πώς είναι τα αληθινά σώματα.
Την πρώτη φορά που βρέθηκα σε μια από τις λατινοαμερικάνικες πόλεις όπου ανθεί ο «τουρισμός των αισθητικών επεμβάσεων», παρατήρησα ότι, ιδιαίτερα στις γειτονιές και τα στέκια των λευκών πλουσίων, η εξωτερική εμφάνιση των γυναικών ήταν εκπληκτικά ομοιόμορφη. Ίδια σώματα, ίδιο ντύσιμο, ίδιο χτένισμα, θύμιζαν τις κυρίες «της καλής κοινωνίας» που βλέπουμε στις σαπουνόπερες. Το αντίστοιχο αντρικό πρότυπο, είναι ο μυώδης και – wannabe θανάσιμα- σαγηνευτικός τύπος που θυμίζει καταπληκτικά εκείνον που υποδυόταν το αφεντικό της Μαρίας στο «Μαρία η άσχημη»!
(Btw, ο τίτλος sucks, όπως και το όλο κόνσεπτ της σειράς).
Έχοντας ζήσει ένα χρόνο στη συγκεκριμένη πόλη, κατάλαβα ότι το ζήτημα δεν είναι καθόλου αστείο. Θυμίζω μία άλλη τηλεοπτική σειρά, το «Sin tetas no hay paraíso», ελληνιστί «χωρίς βυζιά δεν υπάρχει παράδεισος», στην οποία η Καταλίνα, μια φτωχή κοπέλα που ζει σε μία πόλη της Κολομβίας, έχει την εμμονή να αποκτήσει μεγάλο στήθος. Προκειμένου να βρει χρήματα για την επέμβαση που ονειρεύεται, γίνεται πόρνη πολυτελείας και αποσπά δώρα από μαφιόζους narcotraficantes. «Σουρεάλ», θα σκέφτηκαν όσοι έτυχε να παρακολουθήσουν το σήριαλ. Κι όμως, μια τέτοια εξέλιξη δεν είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας μέσα σε μία κοινωνία όπου έχει καθιερωθεί το εξής τραγικό «έθιμο»: πολλά κορίτσια, όταν γιορτάζουν την Quinceañera, μία τελετή που προαναγγέλλει την ενηλικίωση, ζητάνε από τους γονείς να τους κάνουν δώρο μία προσθετική στήθους. Στην ηλικία των 15, όταν δεν έχει ολοκληρωθεί καν η σωματική ανάπτυξη.
Οι «γιατροί των Mπάρμπι»
Στη Βραζιλία γίνονται 600.000 αισθητικές επεμβάσεις το χρόνο, σε σημείο που οι σχολές της σάμπα ονομάζονται πλέον «Καρναβάλι της Σιλικόνης». Ανάλογη κατάσταση επικρατεί σε Αργεντινή και Μεξικό. Στην Κολομβία κανένας δε γνωρίζει τον ακριβή αριθμό των ατόμων που κάνουν τέτοιου είδους επεμβάσεις, καθώς ούτε η ίδια η Ένωση Πλαστικών Χειρουργών της χώρας δε δίνει επίσημα στοιχεία. Η πόλη Cali, γνωστή και ως πόλη της salsa, σήμερα πλέον ονομάζεται «η πρωτεύουσα της ομορφιάς της Λατινικής Αμερικής». Εκεί συρρέουν μαζικά γυναίκες και άντρες από όλο τον κόσμο για να κάνουν κάθε είδους πλαστική εγχείρηση. Φανταστείτε μια πόλη περίπου στο μέγεθος της Θεσσαλονίκης να έχει 40 κλινικές εξειδικευμένες στην πλαστική χειρουργική και 120 ινστιτούτα ομορφιάς.
Ας μη νομίζουμε όμως ότι μιλάμε για μια πολυτέλεια που απολαμβάνουν μόνο κάποιες ελίτ του χρήματος και του θεάματος. Αντίθετα, πρόκειται πλέον για μια «μόδα» προσιτή σε όλους, καθώς υπάρχουν πακέτα προσφορών, πληρωμές σε δόσεις, και άλλες διευκολύνσεις. Το περιοδικό Time χαρακτήρισε αυτό το φαινόμενο ως «δείγμα εκδημοκρατισμού», αφού πλέον «δεν αφορά μόνο «την κυρία της έπαυλης αλλά και την υπηρέτριά της». Εκτός από νεοφιλελεύθερης έμπνευσης, το επιχείρημα αυτό είναι τελείως άκυρο, γιατί ακριβώς εδώ είναι που η κατάσταση αρχίζει και ξεφεύγει: πολλές γυναίκες των κατώτερων τάξεων, προκειμένου να μοιάσουν στη Μπάρμπι, τη Τζένιφερ Λόπεζ ή σε εγχώρια μοντέλα, καταφεύγουν σε παράνομες κλινικές με ανειδίκευτο προσωπικό το οποίο συχνά δεν έχει καν πτυχίο ιατρικής. Τα «λάθη» μπορεί να αποβούν μοιραία καθώς οι θάνατοι από επιπλοκές κατά τη διάρκεια της επέμβασης διαρκώς αυξάνονται. Προκειμένου μάλιστα τα θύματα να καταγγείλουν το πρόβλημα, έχουν δημιουργήσει και σύλλογο. Εδώ μπορεί να διαβάσει κανείς στα Ισπανικά σχετικές ιστορίες γυναικών και να δει ανατριχιαστικές φωτογραφίες, όπως μιας κοπέλας που πήγε να κάνει ανόρθωση γλουτών και τις έβαλαν εμφυτεύματα από τσιμέντο.
Καταναγκασμός ή ελεύθερη επιλογή;
Είναι εύλογη η παρατήρηση ότι το φαινόμενο των πλαστικών εγχειρήσεων συμπίπτει με το απόγειο του καταναλωτισμού. Νέοι «ειδικοί», σπα, κέντρα αδυνατίσματος, μια σειρά από υπηρεσίες που βάζουν κάτω από το μικροσκόπιο την εξωτερική εμφάνιση πολλαπλασιάζονται διαρκώς και οι εταιρείες, προκειμένου να αυξήσουν τα κέρδη τους, άρχισαν να απευθύνονται και στο αντρικό κοινό. Αυτή είναι μια καλή εξήγηση του γιατί ένα 10% των ατόμων που υποβάλλονται σε μια αισθητική επέμβαση είναι πλέον άντρες, τη στιγμή που στις αρχές των ’90ς αυτό το ποσοστό ήταν ελάχιστο. Είναι ο καπιταλισμός, ηλίθιε.
Πώς όμως εξηγείται το ότι εξακολουθούν να είναι οι γυναίκες εκείνες που κατά κύριο λόγο αγοράζουν πλαστική ομορφιά; Πρόκειται για μια ελεύθερη απόφαση, ή για μία ακόμη σύγχρονη μορφή καταπίεσης; Σε αυτό το κλασικό δίλημμα που επαναλαμβάνεται σε πολλές φεμινιστικές συζητήσεις, υπάρχουν δύο βασικές προσεγγίσεις. Η πρώτη αντιμετωπίζει τις γυναίκες περίπου ως θύματα χειραγώγησης που αναλώνονται σε επιφανειακά ζητήματα, άσχετα με την απελευθέρωση τους. Σύμφωνα με το «μύθο της ομορφιάς», όπως τον περιγράφει η Naomi Wolf (κατεβάστε το βιβλίο σε doc εδώ), η κοινωνία μαθαίνει στις γυναίκες να μετράνε την επιτυχία και την προσωπική αξία με όρους εξωτερικής εμφάνισης. Η τάση αυτή ενισχύεται από τη βιομηχανία της μόδας και των καλλυντικών, των οποίων η στρατηγική συνίσταται στο να καλλιεργούν στις γυναίκες την ανασφάλεια και την έλλειψη ικανοποίησης με τα ίδια τους τα σώματα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο γεννιέται και εδραιώνεται και η «κουλτούρα» των πλαστικών εγχειρήσεων.
Χωρίς να απορρίπτεται πλήρως αυτή η θέση, υπάρχουν την ίδια στιγμή φεμινίστριες που θέτουν σε πρώτο πλάνο τις προσωπικές ιστορίες των γυναικών. Χρειάζεται, λένε, να αναρωτηθούμε, πώς οι ίδιες οι γυναίκες νοηματοδοτούν τη δυσαρέσκεια που αισθάνονται απέναντι στην εμφάνισή τους και πώς αιτιολογούν την απόφαση τους να την αλλάξουν μέσω χειρουργικών επεμβάσεων. Αυτό που προέχει, δηλαδή, είναι η κατανόηση των κινήτρων, των προσωπικών βιωμάτων και αν τελικά οι γυναίκες βρίσκουν σε τέτοιες πρακτικές μία διέξοδο σε κάποια από τα προβλήματα τους. Η Kathy Davis θέτει το ζήτημα ως εξής: «η ανάλυσή μου κινείται στην κόψη του ξυραφιού, ανάμεσα σε μία φεμινιστική κριτική στην αισθητική χειρουργική με το επιχείρημα ότι καταπιέζει τη γυναίκα και σε μία επιθυμία, εξίσου φεμινιστική, να προσεγγίσω τις γυναίκες ως ενεργά υποκείμενα που ορίζουν τη ζωή τους μέσα στα όρια που θέτει η πατριαρχία». Με την ίδια οπτική, στο Technologies of the Gendered Body, η Anne Balsamo καταλήγει στο ότι η πλαστική χειρουργική είναι μια πρακτική μέσω τις οποίας οι γυναίκες προσπαθούν να κάνουν τα σώματα τους «να σημαίνουν κάτι για τις ίδιες και για τους υπόλοιπους.»
Το «για καθαρά προσωπικούς λόγους» δεν υπάρχει
Μοιράζομαι τον ίδιο χώρο εργασίας με επτά γυναίκες. Οι τέσσερις από αυτές έχουν κάνει κάποιου είδους αισθητική επέμβαση, λίγο ή περισσότερο δραστική. Συζητώντας μαζί τους σχετικά με τα κίνητρα που τις οδήγησαν σε μια τέτοια απόφαση, οι απαντήσεις ήταν οι εξής: «για να γίνω ομορφότερη, για να ανέβει η αυτοεκτίμηση μου, για να κάνω ένα δώρο στον εαυτό μου, για να αρέσω/ να με επιθυμεί περισσότερο ο άντρας μου». Καμία δεν επικαλέστηκε λόγους εξωτερικής πίεσης, καθώς όλες δήλωσαν ότι τα κίνητρα τους ήταν προσωπικά.
Τι όμως από τα παραπάνω είναι εν τέλει προσωπικό; Τι σημαίνει «για να γίνω ομορφότερη»; Το τι συνιστά ομορφιά είναι κάτι αντικειμενικό και απόλυτο ή μία έννοια κοινωνικά κατασκευασμένη και, λίγο έως πολύ σχετική; Πώς μπορούν η αυτοεκτίμηση και η φροντίδα του εαυτού να θεωρηθούν ως προσωπικά κίνητρα, όταν εξαρτώνται από αυστηρά προκαθορισμένα σχήματα για την εξωτερική εμφάνιση; Όσο για την ανάγκη «να αρέσω στον φίλο μου», προφανώς και δεν είναι καθαρά εσωτερική, εφόσον μεταξύ αυτής και της τελικής απόφασης, παρεμβάλλονται οι επιθυμίες/απαιτήσεις κάποιου τρίτου, κάποιου άντρα. Δεν ισχυρίζομαι ότι τα περιθώρια επιλογής είναι μηδαμινά, αλλά ότι είναι τρομερά απλουστευτικό το να υποβιβάζουμε στην ατομική ψυχολογία («το κάνω γιατί έτσι μ’αρέσει»), ένα ζήτημα στο οποίο αλληλοδιαπλέκονται οικονομικά συμφέροντα, σεξιστικά στερεότυπα και προσωπικά βιώματα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το «προσωπικό» δεν είναι ένα χημικό στοιχείο που μπορούμε να το απομονώσουμε και να το εξετάσουμε στην καθαρή του μορφή.
(Ανοίγω εδώ μια παρένθεση για να τονίσω ότι το τελευταίο που πρέπει να συμπεράνουμε είναι ότι οι γυναίκες αυτές είναι ελαφρόμυαλα και ματαιόδοξα κορόιδα. Η εντατική ενασχόληση με την εμφάνισή τους ως σημαντική πτυχή της ζωής τους, δε σημαίνει ότι δεν έχουν άλλα ενδιαφέροντα, δε δουλεύουν ή δε σπουδάζουν. Πολλές από αυτές, μάλιστα, είναι ιδιαίτερα μαχητικές σε κοινωνικά κινήματα, τα οποία παλεύουν μέσα σε συνθήκες απίστευτης καταστολής, τη στιγμή που οι περισσότεροι/-ες από εμάς εξαντλούμε τη δράση μας σε ακτιβισμό του πληκτρολογίου).
Σε μία άλλη συζήτηση με μια κοπέλα με την οποία ταξιδεύαμε μαζί, με ρωτάει: «εσύ έχεις κάνει καμία πλαστική;» με την ίδια φυσικότητα που ρωτάμε κάποιον αν γνωρίζει ένα μέρος. «Μπα, δεν έχει περάσει από το μυαλό μου». «Καλά κάνεις, εγώ έχω κάνει δύο στο πρόσωπο και μία λιποαναρρόφηση και εξακολουθώ να νιώθω άσχημη». Προσπάθησα να της πω ότι η εικόνα που έχει για την εμφάνισή της δε συνάδει με αυτό που βλέπω και μου απάντησε: «ξέρω, είναι υποκειμενικό. Όπως λένε, η ομορφιά βρίσκεται στα μάτια εκείνου που κοιτάζει».
Η φράση αυτή στριφογύριζε στο μυαλό μου για μέρες. Μου προκάλεσε ένα θυμό, όχι απέναντι στις ίδιες τις γυναίκες που σκέφτονται έτσι, αλλά απέναντι στις εξουσιαστικές δομές, τις διαδικασίες και τους λόγους που ορίζουν τα σώματα των γυναικών ως άσχημα ή ελαττωματικά και άρα ως «επιδιορθώσιμα». Από πού ακριβώς πηγάζει η παρόρμηση να μεταμορφώσουμε, να «βελτιώσουμε» τα σώματα μας με μεθόδους που πάνε πέρα από- για παράδειγμα- μία απλή βαφή μαλλιών, που συνεπάγονται, δηλαδή, την παράδοση μας στα χέρια ενός χειρούργου, ο οποίος θα επέμβει σε ένα σώμα απολύτως υγιές; Δε θα ήταν κάτι τέτοιο μία πράξη συμμόρφωσης με μία εικόνα θηλυκότητας που παρουσιάζεται ως εξαγοράσιμη μέσω της τεχνολογίας;
Σύμφωνα με τα μάτια τίνος;
Αν αληθεύει η φράση ότι η ομορφιά βρίσκεται στα μάτια εκείνου που κοιτάζει, τότε για τίνος τα μάτια μιλάμε; Του «ειδικού», του συντρόφου μας, των άλλων – υποτίθεται ανταγωνιστριών – γυναικών, τα δικά μας; Δε θα έπρεπε να έχουν σημασία και τα δικά μας; Νομίζω ότι κάποια στιγμή παραχωρήσαμε ένα μεγάλο μέρος από αυτή την αυτοδιάθεσή μας στα μάτια των άλλων. Είναι τόσο ακατανίκητη η επιθυμία να ικανοποιήσουμε τα ξένα βλέμματα ώστε να μας οδηγεί στην πόρτα του χειρούργου αναζητώντας κάτι που, αν ψάξουμε βαθύτερα, μυρίζει ανάγκη για αναγνώριση, εκτίμηση, θαυμασμό;
Πολλές γυναίκες ισχυρίζονται ότι είναι τα δικά τους μάτια που τους λένε ότι η εμφάνιση τους είναι προβληματική. Θυμήθηκα μια φίλη πίσω στην Ελλάδα η οποία δηλώνει: «όχι, δε με έχει επηρεάσει καθόλου το lifestyle και τα περιοδικά, απλώς όταν κοιτάζομαι στον καθρέφτη βλέπω ένα θλιμμένο πρόσωπο». Δεν επιχειρώ να ακυρώσω τέτοιου είδους συναισθήματα. Αν μία επέμβαση, όπως εκ των υστέρων μαρτυρούν πολλές γυναίκες, τις κάνει να αισθανθούν καλύτερα και ενισχύει την αυτοπεποίθηση τους, ποια είμαι εγώ που θα τις κρίνω; Απλώς θεωρώ ότι, όσο λιγότερο ξεκάθαρα μας είναι τα κίνητρα, και όσο περισσότερο αυτά απορρέουν από εξωτερικές πιέσεις ή προσδοκίες, τόσο περισσότερο χάνεται η αυθεντική έκφραση του εαυτού. Σχετικά με αυτό, θα ήθελα να φέρω ως παράδειγμα μια εμπειρία, μία στιγμιαία συνειδητοποίηση, που είμαι σίγουρη ότι πολλές γυναίκες έχουν συλλάβει σε κάποιες στιγμές «ενόρασης»: σου έχει τύχει μερικές φορές, όταν κοιτάζεσαι στον καθρέφτη και σε απογοητεύει η εικόνα που βλέπεις, να συνειδητοποιείς ότι το βλέμμα σου επηρεάζεται από εκείνο των ανθρώπων που θα ήθελες να σε θεωρούν όμορφη; Είναι σαν κάποια άλλα μάτια, να εισβάλουν στον τρόπο που σε βλέπεις. Είναι δηλαδή σα «να σε γελάνε τα μάτια σου», όταν νομίζεις ότι αυτή που κοιτάζει είσαι εσύ, ενώ στην πραγματικότητα είναι οι άλλοι γύρω σου.
Η φοβερά διεισδυτική περιγραφή της Marieke Aafjes τα λέει όλα:
«Ας θυμηθούμε όλες την παιδική μας ηλικία, όταν η λέξη εγχείρηση παρέπεμπε σε κάποιον που ήταν σοβαρά άρρωστος ή τραυματίας. Όταν ήμασταν ανέμελες και δε φανταζόμασταν καν ότι σαν ενήλικες γυναίκες θα είχαμε τέτοιες εμμονές με την εξωτερική μας εμφάνιση. Μεγαλώνοντας, βέβαια, μάθαμε ότι έχει σημασία και το πώς μας βλέπουν οι άλλοι (…) Ίσως να είχες μια μητέρα πολύ κοκέτα. Ίσως να είχες έναν πατέρα που σου έλεγε να χάσεις κανένα κιλό, όταν σε έβλεπε να καταβροχθίζεις παγωτά. Ίσως αργότερα να ανακάλυψες ότι το μεγάλο στήθος ενθουσίαζε το φίλο σου. Ίσως ως αποτέλεσμα όλων των παραπάνω, να άρχισες σιγά- σιγά να βλέπεις στον καθρέφτη μια εικόνα που θα της χρειαζόταν μια μικρή… διόρθωση».
Χριστίνα Α. Νεοφώτιστου
21/05/2013
αγκχ, τώρα κατάφερα να το διαβάσω…
Χμ, είναι τα ίδια επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται από 2οκυματικές «ριζοσπάστριες» φεμινίστριες ενάντια στα τρανς άτομα.
Χρειαζόμαστε μια πιο ανοιχτή ανάγνωση του body modification, που να περιλαμβάνει τη συναίνεση, την προσωπική επιλογή, ΚΑΙ τις προσπάθειες πίεσης απέξω.
Προφανώς κι εμένα με θυμώνει το πόσοι άνθρωποι, στη συντριπτική πλειονότητα θηλυκοί, νιώθουν υποχρεωμέν@ να κάνουν επεμβάσεις.
Όμως το αυθαίρετο όριο «βαφή μαλλιών» πέρα απ’το οποίο όλα είναι ύποπτα, είναι με τη σειρά του κι αυτό ύποπτο. Η ξυρισμένη μασχάλη είναι απενοχοποιημένο body modification, ενώ το να αλλάξεις τη μύτη σου είναι απόδειξη ότι σου έχουν κάνει πλύση εγκεφάλου, ή ακόμα χειρότερα σε έχουν κάνει να νομίζεις οτι το θέλεις, αλλά στην πραγματικότητα οι ψυχαναλυτ@ς ξέρουν καλύτερα να σου πουν για ποιό λόγο το θες.
To παραπάνω απόσπασμα μου φαίνεται ξεκάθαρα ψυχαναλυτικός, μαγικός λόγος, που θέλει να πάρει το agency απ’τη γυναίκα που κάνει body modification:
«Ίσως να είχες μια μητέρα πολύ κοκέτα. Ίσως να είχες έναν πατέρα που σου έλεγε να χάσεις κανένα κιλό, όταν σε έβλεπε να καταβροχθίζεις παγωτά. Ίσως αργότερα να ανακάλυψες ότι το μεγάλο στήθος ενθουσίαζε το φίλο σου. Ίσως ως αποτέλεσμα όλων των παραπάνω, να άρχισες σιγά- σιγά να βλέπεις στον καθρέφτη μια εικόνα που θα της χρειαζόταν μια μικρή… διόρθωση».»
Ναι, και ίσως να τα είχες όλα αυτά, και μετά γουστάρεις να ΕΙΣΑΙ χοντρή, με μικρό βυζί, καθόλου κοκέτα και με τρίχα στη μασχάλη. Δεν είσαι για μια ζωή αυτό που ήσουν όταν σε μεγάλωναν οι γονείς σου, και μπορούμε να προτείνουμε φεμινιστικά εργαλεία για να μπορείς να δεις αν η «διόρθωση» είναι δική σου επιθυμία ή κάποι@ άλλου, αντί να σε βάζουμε σε θέση θύματος.
Καμία απόφαση δεν παίρνεται σε κενό, και δεν υπάρχουν «καθαρά προσωπικοί λόγοι» αλλά ούτε και είναι οι λόγοι για τους οποίους κάνω ΕΓΩ κάτι στο σώμα μου ευθύνη αποκλειστικά κάποι@ άλλου, είτε μου αρέσει το modification που έκανα, είτε δε μου αρέσει.
Το να ονομάζουμε τους ανθρώπους που έχουν επιθυμία για αλλαγές στο σώμα τους «θύματα» και να υποθέτουμε αβουλία και αδυναμία ανάληψης ευθύνης είναι γενικευτικό, και εν ολίγοις αντιφεμινιστικό.
Η θεά Haraway τα λέει άπειρα καλύτερα απο μένα:
http://www.egs.edu/faculty/donna-haraway/articles/donna-haraway-a-cyborg-manifesto/
Πολύ δυναμικό άρθρο πάντως
La Inquieta
21/05/2013
Γεια σου Χριστίνα,
θέτεις πολλά θέματα. Καταρχάς θεωρώ ότι η εγχείρηση που κάνουν τα τρανς άτομα, είναι κάτι τελείως διαφορετικό από μια αισθητική επέμβαση, οφείλεται σε άλλους λόγους και χρήζει διαφορετικής ανάλυσης.
Επίσης, το ζήτημα της ξυρισμένης μασχάλης που αναφέρεις και άλλων πιο «απλών» αν θέλεις, body modification πρακτικών, θα συμφωνήσω μαζί σου ότι δεν είναι τελείως απενοχοποιημένο, απλώς δεν ήταν αντικείμενο αυτού του άρθρου.
Οσο για το «ψυχαναλυτικός-μαγικος λόγος», δε νομίζω ότι είναι έτσι, αν διαβάσεις προσεκτικά το κείμενο θα δεις ότι προσπαθεί να συμπεριλάβει πολλές παραμέτρους. Το να καταδεικνύεις πατριαρχικές δομές και σεξιστικά πρότυπα που υπάρχουν πίσω από τις επιλογές σχετικά με την εξωτερική εμφάνιση δεν είναι Ψυχανάλυση. Ακριβώς το αντίθετο: αμφισβητείται ο κυρίαρχος τρόπος με τον οποίο έχουμε μάθει να αντιλαμβανόμαστε τις κοινωνικές σχέσεις, που είναι το να βλέπουμε «άτομα» και «ατομικές επιλογές». Αυτό δε σημαίνει ότι οι γυναίκες είναι μαριονέτες. Ο σκοπός του άρθρου είναι να αναλογιστούμε ποια είναι τα κίνητρα, προσωπικά KAI κοινωνικά που υπάρχουν πίσω από αυτές τις επιλογές. Τρίτο κύμα αγαπητή, όχι δεύτερο :-)
neofotistou
21/05/2013
ΟΚ! :) Μέσα.
Η επέμβαση μουνί -> πούτσος ή πούτσος-> μουνί είναι αισθητική (άντε και λειτουργική). Το να την ανάγουμε σε ουάου κοίτα να δεις, είναι τελείως διαφορετικό από μια αισθητική επέμβαση, αγγίζει τα όρια της ουσιοκρατίας. Ό,τι θέλει κάνει κάθε άτομο με το σώμα του, ανάλογα με το τί ξέρει, τί τεχνολογία είναι διαθέσιμη και τί μυαλά κουβαλάει.
Αλλά για να διεκδικήσω εγώ την επέμβαση πούτσος-> μουνί, *δε* θα στραφώ στο «α ειναι διαφορετικό», αντίθετα θα στραφώ στο «ειναι ακριβώς το ίδιο με το να αλλάζεις τη μύτη σου ή να κάνεις τατουάζ ή να τροχίζεις τα δόντια σου για να μοιάζεις με γάτα», και οτι θα έπρεπε να ειναι σεβαστό ό,τι στο κέρατο θέλει να κάνει καθεμι@ στο σώμα τ@.
Μια υποπερίπτωση που βλέπω, και ίσως αξίζει συζήτηση, είναι οι αλλαγές στο σώμα που κάνεις επειδή σε κάνουν λιγότερο συμβατικά όμορφη. Κανείς/καμία δε θα μου πει ότι κομφορμίζω αν ξυρίσω τα μαλλιά μου, αν προσθέσω τρίχες στις μασχάλες μου (εγώ προσωπικά δεν έχω, και θα ήθελα να έχω), και δε θα αμφισβητήσει τις προθέσεις μου ή το αν προέρχεται απ’την Πατριαρχία η απόφαση/επιθυμία μου. Παρεμπιπτόντως η επιθυμία/απόφασή μου να αλλάξω το σώμα μου με οιστρογόνα για να είμαι πιο θηλυκή, και βάλλεται και θεωρείται κομφορμιστική από κάποιους φεμινισμούς: γιατί να αλλάξεις το σώμα σου αντί να αποδεχτείς ότι έχεις πούτσο και κοινωνικοποιείσαι ως άντρας; Σου έχει πάρει τα μυαλά η πατριαρχία.
Ως κάποια που έχει βρεθεί στην άλλη μεριά τέτοιων γενικεύσεων, μπλεχ. Δεν αντέχω πολύ.
Όμως ναι, θέλω να τονίσω κι εγώ ότι βλέπω ήδη τις πατριαρχικές δομές μέσα στην κοινωνία, και από τέτοια θέση κάνω κριτική σε κάποιες *λεπτομέρειες* όχι στο σύνολο. Δεν αρνούμαι καθόλου ότι η πατριαρχία, η ετεροκανονικότητα και το έμφυλο δίπολο ΘΕΛΟΥΝ πειθήνιες γυναίκες (και άντρες, αλλά για τους άντρες δεν έχει τις ίδιες απαιτήσεις όσον αφορά στην εμφάνιση), ούτε οτι δεν έχω νιώσει την πίεση του ageism, του «αδυνάτισε για να αρέσεις» (σε λεσβίες παρεμπιπτόντως, όχι σε άντρες), του «πώς τολμάς να κυκλοφορείς χωρίς σουτιέν», «γιατί είσαι άβαφτη» κλπ.
Απλά καμιά φορά όταν μιλάμε κατά των επεμβάσεων, υποννοείται μια μομφή και μια βεβαιότητα οτι όλοι οι άνθρωποι, και κυρίως όλες οι cisgender γυναίκες, ασχολούνται με την εμφάνισή τους εξαιτίας της πατριαρχίας. Οχι;
Για τις ξυρισμένες μασχάλες έλεγα οτι *ειναι* απενοχοποιημένες, σε σχέση με το να μεγαλώσεις το βυζί σου ή να λευκάνεις την κωλοτρυπίδα σου. Δεν ακούς κόσμο να λέει «τί φεμινίστρια είσαι εσύ που ξυρίζεις τις μασχάλες σου», ακόμα και αν δε θέλεις να τις ξυρίζεις, ακόμα και αν ο μόνος λόγος που τις ξυρίζεις είναι η πατριαρχία και επιβολές απ’το περιβάλλον σου.
Τί διαφορά έχει να βρίσκεις αηδία τις αξύριστες μασχάλες και το να βρίσκεις μικρό το βυζί σου ή πολύ μακριά τα μουνόχειλά σου, και να κάνεις κάτι γι’αυτό; Αναρωτιέμαι, δεν έχω απάντηση.
3ο κύμα κι εδώ <3
La Inquieta
21/05/2013
Ρε συ Χριστίνα, πραγματικά δεν καταλαβαίνω που βλέπεις τη γενίκευση! Θέλω να ξεκαθαρίσω μόνο ποια θεωρώ ότι είναι η διαφορά μεταξύ εγχείρησης αλλαγής φύλου και αισθητικής επέμβασης όπως περιγράφεται στο άρθρο: στη δεύτερη περίπτωση συμμορφώνεσαι με συγκεκριμένα πρότυπα ομορφιάς που επιβάλλονται στις γυναίκες σε μια κοινωνία. Η «μόδα» του να πηγαίνουν μαζικά γυναίκες στο χειρούργο με τη φωτογραφία της Τζένιφερ Λόπεζ στο χέρι για να μοιάσουν σε αυτή, ναι, θεωρώ ότι είναι σε μεγάλο βαθμό λόγω της πατριαρχίας! Μιλάμε για ένα κοινωνικό φαινόμενο πάαααρα πολυ διαδεδομένο, τουλάχιστον στις λατινοαμερικάνικες κοινωνίες και σαν τέτοιο εξετάζεται.
Όταν λέω ότι το να είσαι γυναίκα και να θέλεις να γίνεις άντρας ή το αντίστροφο είναι κάτι διαφορετικό, δεν εννοώ ως διαδικασία ή ως τεχνολογία, αλλά από άποψη κινήτρων. Άλλο να θέλεις να αλλάξεις το σώμα σου επειδή αισθάνεσαι ότι η κοινωνικοποίηση σου σαν άντρας δε σε εκφράζει. Για να το χρησιμποιήσω τα δικά σου λόγια, δε σημαίνει ότι κάθε φορά που θέλει κάποι@ να αλλάξει την εμφάνιση τ@ είναι οπωσδήποτε λόγω της πατριαρχίας. Νομίζω ότι λέμε το ίδιο πράγμα!
neofotistou
21/05/2013
Ναι πιθανότατα λέμε το ίδιο πράγμα. Χμμμ θα ξαναεξετάσω τα επιχειρήματά μου. Δεν έχω καμία γιγάντια ένσταση ότι είναι παρατηρημένο και καταγεγραμμένο φαινόμενο, λίγο με προβληματίζει το ότι, ακόμα και αν το 90% των γυναικών πηγαίνουν στ@ χειρουργό για να μοιάσουν στη Τζένιφερ Λόπεζ, δε μου ζήτησαν να τις σώσω, και αν γράφω για εκείνες (αντί για μένα) δε θα εκπλαγώ αν έρθουν και μου πούνε τί σε κόφτει για ποιό λόγο θέλω εγχειρήσεις… Γιατί εγώ την έχω πει σε άπειρο κόσμο που ήθελε να με σώσει από το να κάνω μετάβαση (να πάρω ορμόνες και να κάνω ζημιά στο σώμα μου, ή να κόψω -gasp- τα πολύτιμα αρχίδια μου, ή οτιδήποτε φαίνεται ιερό στ@ν καθέν@ πάνω στο σώμα μου) γιατί το θεωρεί πατριαρχική πλύση εγκεφάλου, και εγώ δεν ήθελα να σωθώ (εκτός ίσως απ’την πίεσή τους και τις τύψεις του ότι δεν είμαι σωστή φεμινίστρια και κάνω κακό σε άλλες γυναίκες επειδή θέλω να αλλάξω το σώμα μου, από αυτά ήθελα να σωθώ).
Αλλά θα το ξανασκεφτώ, αν λέω βλακείες. Ευχαριστώ πολύ πολύ για τον χρόνο σου I.
La Inquieta
22/05/2013
Καλά, προφανώς και δεν πρόκειται για απόπειρα σωτηρίας! Κατανόησης κυρίως. Και παρότρυνσης να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε καλύτερα τα κίνητρα μας, όταν πρόκειται για τέτοια ζητήματα.
Ελπίζω να τα ξαναπούμε και από κοντά!
Alex
26/08/2015
Εγώ θα ήθελα να μου εξηγήσετε γιατί τη βαφή μαλλιών τη θεωρούμε «απλή», ενώ μια αισθητική επέμβαση (και αισθητικές επεμβάσεις δεν είναι μόνο οι πλαστικές εγχειρήσεις, είναι και μια «απλή» μεσοθεραπεία ή το «απλό» laser αποτρίχωσης) είναι ο δαίμονας που δε μας αφήνει να επιλέγουμε για τον εαυτό μας. Έχετε αναλογιστεί ποτέ πόσο κακό κάνουν τα χημικά συστατικά που περιέχουν αυτές οι βαφές ή γνωρίζετε πόσο επιβλαβή είναι τα μανό π.χ., τα οποία χρησιμοποιούνται από σχεδόν όλες τις γυναίκες όλων των ηλικιών και σε βάση πολύ συχνότερη από ό,τι μια αισθητική επέμβαση? Ή το να αλλάξω χρώμα στα μαλλιά μου για να είμαι μια ωραία σέξι τζίντζερ, να φορέσω χρωματιστούς φακούς επαφής για να έχω μπλε μάτια σαν της θάλασσας και να φορέσω τούμπανο γουόντερμπρα σουτιέν για να είμαι πιο «θηλυκιά» δεν συγκαταλέγονται στις επιδράσεις της πατριαρχίας, για την οποία μιλάτε λες κ είναι κάτι έξω από εσάς?
Καθένας μάλλον ερμηνεύει, επικροτεί και κατακρίνει πάλι ανάλογα με αυτήν την περιβόητη πατριαρχία, ανάλογα με τα οικογενειακά patterns, με τα χωριά του και τα χωρατά του, οπότε καλό είναι να βγαίνουμε από αυτόν τον μικρόκοσμό μας και να ακούμε όσους έχουν να πουν ή να κάνουν κάτι που εμείς δεν καταλαβαίνουμε. Να βγαίνουμε λίγο από το βολικό μας κουτάκι και να σκεφτόμαστε πιο ανοιχτόμυαλα από την καημένη τη γιαγιά μας που μεγάλωσε στην κατοχή. Η κατανόηση είναι το κλειδί της πραγματικής επικοινωνίας και του πολιτισμού.
Για μένα είναι σημαντικός λοιπόν ο έλεγχος των ατόμων που προτίθενται να κάνουν μια σημαντική αλλαγή στο σώμα τους- όχι μόνο στην εμφάνισή τους- ενώ φυσικά δεν συντρέχει σοβαρός ιατρικός λόγος, από ειδικούς (ψυχολόγο, ψυχίατρο κτλ) που θα εξετάσουν τη σοβαρότητα της κατάστασης και θα βοηθήσουν τα άτομα αυτά σε μια πιο συνειδητή απόφαση.
Θα πρότεινα, για να χρησιμοποιούμε τον όρο ψυχαναλυτικός, να ξέρουμε τουλάχιστον τη σημασία του, και ακόμα καλύτερα να επισκεφτούμε κι έναν ψυχοθεραπευτή για να σώσουμε τους εαυτούς μας πρώτα, πριν σώσουμε όλους τους άλλους.
Καληνύχτα και καλή τύχη!
Αλεξάνδρα