Κυκλοφόρησε τις προηγούμενες μέρες ένα απόσπασμα μιας συνέντευξης του Γεράσιμου Γιακουμάτου, στο οποίο μεταξύ άλλων ο Γιακουμάτος διαδίδει ομοφοβία. Επειδή εμάς μας ενοχλεί τόσο η ομοφοβία όσο και ο σεξισμός, καθώς και όλες οι άλλες διακρίσεις και ψέματα που ο Γιακουμάτος διαδίδει και η Σάσα Σταμάτη ξεπλένει ή/και σιγοντάρει, πιο κάτω αναλύουμε τα 11 λεπτά του εν λόγω αποσπάσματος (λινκ στο οποίο, για ευνόητους λόγους μη αναπαραγωγής προβληματικού λόγου, δεν δίνουμε):
Η συνέντευξη ξεκινά με ευχές για καλή χρονιά. Ο Γιακουμάτος τονίζει τη σημασία της υγείας. Μια δήλωση που ίσως να μη φαίνεται προβληματική, αλλά ας σταματήσουμε λίγο να σκεφτούμε τι κρύβεται πίσω από την έμφαση στην υγεία. Αν το να είναι κάποι@ υγιής θεωρείται «το βασικότερο», τότε τι σημαίνει να είναι κάποι@ μη υγιής σε μια κοινωνία που η υγεία εξυψώνεται ως υπέρτατο αγαθό; «Υγεία μόνο. Αν έχεις υγεία, όλα τα άλλα κατακτώνται. Η υγεία όμως είναι το βασικότερο», λέει ο Γιακουμάτος. Και συνεχίζει με αναφορές σε «εγκεφαλικό σκορβούτο». Εμείς πάλι πιστεύουμε πως οι άνθρωποι μπορούν πολλά είτε είναι υγιείς είτε όχι. Και δεν μας αρέσουν οι «κατακτήσεις». Όπως δεν μας αρέσει η οικονομία της υγειονομίας και της καθαρότητας.
«Μου αρέσει που είσαι πάντα χύμα και είσαι πάντα ο εαυτός σου», του λέει η Σταμάτη. Η ταύτιση της ρητορικής μίσους με την ειλικρίνεια είναι μια τακτική ιδιαίτερα δημοφιλής για το ξέπλυμα πολιτικών όπως ο Γιακουμάτος. Η αλληλοστήριξη μεταξύ Σταμάτη και Γιακουμάτου είναι εμφανής καθόλη τη διάρκεια του αποσπάσματος της συνέντευξης. Τόσο από το περιεχόμενό της, όσο και από το μεταξύ τους κλίμα. Ανταλλάζουν φιλοφρονήσεις, τονίζουν τη μεταξύ τους σχέση και οικειότητα, θέτουν το πλαίσιο της συνέντευξης στο δήθεν «προσωπικό». Όπως χαρακτηριστικά λέει ο Γιακουμάτος, «να την κάνουμε ανθρώπινη και προσωπική». Η Σταμάτη γνέφει συγκαταβατικά: «Τέλεια». Ναι, έλα όμως που η συνέντευξη είναι δημόσια και άρα κάθε άλλο παρά προσωπική.
Προσωπική είναι η μεταξύ τους ανταλλαγή, η μεταξύ τους στήριξη, η οποία δεν είναι όμως ούτε και αυτή μόνο προσωπική, αφού αναπόφευκτα πρόκειται για την αλληλοστήριξη μεταξύ δυο μεγάλων ειδών εξουσίας: του πολιτικού και της δημοσιογράφου. Γιατί η πολιτική και η δημοσιότητα είναι το ένα χέρι που νίβει το άλλο και τα μεταξύ τους όρια είναι πάντα θολά, αφού ο πολιτικός πρέπει να είναι και να παραμένει στη δημοσιότητα και η δημοσιογράφος που τον στηρίζει ασκεί αναπόφευκτα πολιτική. Αμέσως μετά μάλιστα ο Γιακουμάτος και η Σταμάτη το λένε ξεκάθαρα: «Και με βοηθάς κιόλας σήμερα που μου δίνεις συνέντευξη», λέει η Σταμάτη. «Δεν σε βοηθάω, εσύ με βοηθάς», της απαντά ο Γιακουμάτος και γελούν και οι δυο μαζί.
Ενδιαφέρον είναι και το στήσιμο των δυο κατά τη διάρκεια της συνέντευξης. Ο Γιακουμάτος παρουσιάζεται ως ένας λαϊκός χαρακτήρας, χαλαρός κι άνετος, ο «χύμα» άνθρωπος, όπως τον έχει περιγράψει η Σταμάτη. Και έτσι καλεί το κοινό να τον εμπιστευτεί. Η Σταμάτη από την άλλη κάθεται ίσια και είναι πιο συγκρατημένη στην έκφρασή της, όπως αρμόζει σε μια επαγγελματία και όπως αρμόζει σε μια γυναίκα, σύμφωνα με τις κοινωνικές έμφυλες επιταγές. Οι δυο τους επιτελούν τους ρόλους τους άψογα και αλληλοσυμπληρώνονται διεκδικώντας την αποδοχή του λόγου τους ως κανονικού.
Για την κανονικοποίηση του λόγου της εξουσίας που σε αυτήν την περίπτωση ειδικά είναι και λόγος του μίσους, είναι απαραίτητο να απαντηθούν κάποιες ερωτήσεις. Η Σταμάτη τις υποβάλλει και ο Γιακουμάτος έχει έτσι την ευκαιρία να τις απαντήσει. Και όπως μας έχουν πια εμπεδώσει, θα τις απαντήσει χύμα και άρα, ειλικρινά. Αμέσως προσπαθούν να μας καθησυχάζουν από κάθε αμφιβολία ως προς τα κίνητρα του Γιακουμάτου. Η Σταμάτη ρωτά λοιπόν: «Λοιπόν, είσαι ίσως ο αρχαιότερος βουλευτής, 25 χρόνια στη Βουλή, καθημερινή παρουσία… Έχεις σκεφτεί ποτέ να αποχωρήσεις; Να δώσεις τη θέση σου σε κάποιον νεότερο;» Και ο Γιακουμάτος απαντά: «[…] Εγώ θέλω να φύγω. […] Κάνουν αγώνα και με ψηφίζουνε. Δεν έχω δικαίωμα να τους προδώσω. […] Όταν ο λαός σε επιλέγει, σε ψηφίζει, αβίαστα, δημοκρατικά, και σε στέλνει στη Βουλή, εσύ δεν έχεις δικαίωμα… πλέον δεν είσαι ο Γιακουμάτος ο Γεράσιμος, το πρόσωπο, το άτομο. Είσαι το δημόσιο πρόσωπο που εγώ σε έχω επιλέξει. Καλώς ή κακώς. […] δεν έχω χάσει μέχρι στιγμής 25 χρόνια… κι αυτό κάτι σημαίνει…» Και κάπου εδώ μου φάνηκε πως κλείνει και το μάτι. Εδώ λοιπόν, ο χύμα αυτός άνθρωπος μας υπενθυμίζει την εξουσία του. Και για να μην παρεξηγηθεί, μας τονίζει πως αυτή η εξουσία του έχει δοθεί από τον λαό. Η εξουσία του δεν είναι προσωπική υπόθεση, αλλά δημόσια. Μας απομακρύνει από το προσωπικό παρουσιάζοντας τον εαυτό του μακριά από εγωισμούς, ως έναν άνθρωπο που θυσιάζεται για τον λαό, που κρατά την εξουσία όχι για προσωπικό του όφελος, αλλά υπακούοντας τη λαϊκή εντολή. Και κάπως έτσι μας υποβάλλει ταυτόχρονα πως αυτό που είναι, αυτά που λέει και αυτά που κάνει ως πολιτικός δεν είναι απλά προσωπικές του επιλογές, αλλά αντανακλούν τις επιλογές μεγάλης μερίδας του ελληνικού λαού. Δεν προσπαθεί να παρουσιαστεί ως «ο σωστός», μάλλον γιατί γνωρίζει πολύ καλά πως αυτό δεν θα πείσει. Επικαλείται όμως τη λαϊκή εντολή που του έχει δοθεί και η οποία δεν χωρά αμφισβήτηση. «Καλ[ο]ς ή κακ[ο]ς» εκπροσωπεί τ@ ψηφοφόρ@ του. Δεν συζητά αν αυτά που εκπροσωπεί είναι καλά ή κακά. Δεν συζητά αν αυτά που πρεσβεύει είναι σωστά ή όχι. Μας υπενθυμίζει πως επιτελεί τον ρόλο του ως εκλελεγμένος αντιπρόσωπος του λαού, τον ρόλο για τον οποίο έχει εκλεγεί και εκλέγεται 25 χρόνια τώρα. Και έτσι ξεπλένει όλα όσα λέει και στη συνέχεια. Και έτσι δικαιολογεί το μίσος όχι ως σωστό, αλλά ως λαϊκή επιλογή και εντολή. Και έτσι μπορεί άφοβα να εκφράζει χύμα όλο το μίσος που έχει. Γιατί πια δεν είναι δικό του μόνο, αλλά εκφράζει το λαϊκό αίσθημα.
Και αμέσως μετά έρχεται το μίσος στη μορφή του σεξισμού: «Δεν είμαι γυναίκα να κρύβω τα χρόνια μου». Κι αυτό περνιέται βέβαια για χιούμορ. Και μάλιστα χαριτωμένο. Ένα λαϊκό στερεότυπο, μια χαριτωμενιά που λέει ο λαός. Δεν είναι βέβαια ο Γιακουμάτος υπεύθυνος για αυτή. Ή μήπως είναι; Πάντως την ατάκα αυτή δεν την είδαμε να σχολιάζεται. Δεν έκανε εντύπωση μάλλον, γιατί ο σεξισμός και μάλιστα αυτού του είδους παραμένει η νόρμα. Μια τέτοια ατάκα βέβαια είναι σεξιστική όχι μόνο γιατί αναπαράγει το στερεότυπο που θέλει τις γυναίκες να έχουμε θέματα με την ηλικία μας (εμείς τα έχουμε βέβαια, όχι… η κοινωνία που δεν μας αναγνωρίζει το δικαίωμα να γερνάμε), αλλά γιατί υπαινίσσεται και ότι οι γυναίκες είμαστε ψεύτρες, αποκρύπτουμε την ηλικία μας και έτσι παραπλανάμε και εξαπατάμε. Ο Γιακουμάτος, ως χύμα, λαϊκός άντρας, διαχωρίζει τη θέση του. Εκείνος είναι ειλικρινής, δεν έχει κάτι να κρύψει. Και επειδή ως άντρας κατέχει και μια ανώτερη θέση στην κοινωνία, έχει το αντρικό προνόμιο, μπορεί και κάνει αυτή την αναφορά χαριτωμένα και χωρίς να του προσάπτεται κάτι για αυτή.
Ο Γιακουμάτος συνεχίζει, αραδιάζοντάς μας παραδείγματα μεγάλων αντρών που σε μεγάλη ηλικία πέτυχαν πολιτικά, για να μας πείσει πως η ηλικία του δεν είναι εμπόδιο: «Να σου πω όμως όμως κάτι; Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, που αν τον είχαμε ακούσει σήμερα δεν θα ‘μασταν στο μνημόνιο, ο μεγάλος πολιτικός αυτός, σε ηλικία 72 ετών έγινε πρωθυπουργός… Και σάρωσε! Τα πάντα! Ο Τραμπ, σε ηλικία 70 ετών, έγινε πρόεδρος της Αμερικής! 70 ετών! Δεν θα σου πω για τον Τσώρτσιλ! Ο οποίος έχασε στα 66 του την πρωθυπουργία στην Αγγλία και στα 76 κυριάρχησε σε όλο τον κόσμο πολιτικά. Άρα λοιπόν…» Και τι παραδείγματα! Εγώ πάντως στο άκουσμα του Τραμπ άκουσα καμπάνες. Δυστυχώς όμως ούτε αυτό φαίνεται να έκανε εντύπωση. Και αυτός ο άντρας πολιτικός μας ζητά να τον εμπιστευτούμε ενώ μας λέει πως θαυμάζει τους συγκεκριμένους άντρες πολιτικούς. Ναι, η ηλικία από μόνη της δεν πρέπει να είναι εμπόδιο ούτε και υποδηλώνει κάποια ποιότητα. Τα παραδείγματα όμως που ο Γιακουμάτος χρησιμοποιά για να μας πείσει υποδηλώνουν μια πολύ συγκεκριμένη ποιότητα συντηρητικού, λευκού, άντρα πολιτικού. Και αυτή η ποιότητα είναι ενάντια στην εργατική τάξη, ενάντια στις γυναίκες, ενάντια στ@ μαύρ@, ενάντια σε κάθε ευάλωτη κοινωνικά και οικονομικά ομάδα. Είναι αποικιοκρατική, ρατσιστική, σεξιστική, ετεροκανονική και εξυπηρετεί μόνο τους λευκούς, πλούσιους, σις άντρες. Δυστυχώς, όπως και ο Γιακουμάτος, όλοι αυτοί οι επιφανείς άντρες είχαν/ έχουν πάρει την εξουσία μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες και εκτελώντας λαϊκή εντολή άσκησαν/ ασκούν το μίσος τους πάνω στ@ πιο ευάλωτ@.
Ο Γιακουμάτος συνεχίζει υποβάλοντάς μας πως η παρουσία του στην πολιτική είναι όχι απλά θεμιτή, αλλά απαραίτητη: «Πάντρεψε το παλιό με το καινούριο. Μόνο έτσι έχεις αποτέλεσμα». Μια άποψη που δεν είναι απαραίτητα προβληματική, μόνο που σε αυτή τη συνέντευξη, η συγκεκριμένη άποψη εξυπηρετεί πολύ βολικά τον συγκεκριμένο πολιτικό και χωρίς τεκμηρίωση. Είναι μόνο ο τρόπος για να πλασαριστεί ο Γιακουμάτος ως το απαραίτητο στοιχείο για την πολιτική ισορροπία. Και ενώ αυτή η άποψη θα μπορούσε να είναι πολύ δίκαιη και σωστή, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός πως σε αυτήν τη χώρα ιστορικά και παραδοσιακά η εξουσία συγκεντρώνεται στα χέρια λευκών σις στρέιτ αντρών μεγάλης ηλικίας. Και δεν έχει τεθεί ποτέ θέμα εκπροσώπησής τους.
Ο Γιακουμάτος το πάει όμως ένα βήμα παρακατω. Και μας λέει πως αυτή η εξουσία δεν είναι στα αλήθεια προνόμιο: «Ο σταυρός [προτίμησης στις εκλογικές διαδικασίες] είναι σταυρός του μαρτυρίου όμως στην πολιτική. Όπως είναι η πολιτική σήμερα δεν είναι όπως ήταν παλιά! Η πολιτική παλιά ήτανε… Βάζω τα βίντεο και σου μιλάω, μου έρχεται να δακρύσω! Βλέπω 5000 κόσμο στη συγκέντρωση στην Ηλιούπολη! 5000 στο Χαλάνδρι! Να ζητωκραυγάζουν. Αυτά τα χρόνια τελιεώσανε ανεπιστρεπτί. Σήμερα η πολιτική έχει υποβαθμιστεί πάρα πολύ». Και ενώ η ηλικία δεν πρέπει να είναι λόγος που να στερεί σε κάποι@ την πρόσβαση στην πολιτική, η παρελθοντολαγνεία θα έπρεπε να είναι. Όπως και η νοσταλγία για πλήθη κόσμου να ζητωκραυγάζουν κάτω από έναν πολιτικό. Γιατί αυτή η ιδέα του πλήθους που ζητωκραυγάζει σε κομματικές συγκεντρώσεις δεν είναι στα αλήθεια δημοκρατική, αλλά μάλλον υποδηλώνει τη νοσταλγία για ένα πλήθος που χειραγωγείται εύκολα και για την αποθέωση ενός δημαγωγού.
Η επόμενη ερώτηση είναι πάσα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη που, σύμφωνα με τον Γιακουμάτο, «είναι ένας οραματιστής. Είναι ένα παιδί ο οποίος έχεις πραγματικά σχέση με την πραγματικότητα. Με την πραγματική οικονομία, με την πραγματική πολιτική […] Αυτό που κάνει… Για μένα η αλήθεια… γιατί η αλήθεια είναι μία! Μία μόνο. Δεν είναι μισή ή δύο. Μία! […] Άρα λοιπόν η αλήθεια είναι μία και αυτή την αλήθεια την εκπροσωπεί, την αντιπροσωπεύει ο Κυριάκος ο Μητσοτάκης». Για ακόμα μια φορά η εικόνα ενός απόλυτου ηγέτη κυριαρχεί. Αυτήν τη φορά ο ηγέτης εκπροσωπεί την «μία», απόλυτη, ενιαία και αδιαίρετη αλήθεια. Μόνο που αυτή η αλήθεια είναι και πάλι η αλήθεια μιας πολύ συγκεκριμένης και προνομιούχας ομάδας.
Όταν η συζήτηση στρέφεται στο προσωπικό, ο Γιακουμάτος λέει για τον εαυτό του ως σύζυγο: «Κοίταξε… σκύλος που γαβγίζει, μην τον φοβάσαι. Τα μουλωχτά. Κάτι… τσιάουα, κάτι μαλτέζικα, που είναι μουλωχτά και μαλλιαρά, αυτά είναι ύπουλα, αυτά να τα φοβάσαι. Εγώ είμαι… μαντρόσκυλο, γαβγίζω αλλά δεν δαγκώνω. Στο σπίτι δεν με φοβούνται». Ξανά η αυτοπαρουσίασή του ως ο ντόμπρος λαϊκός άντρας. Ο Γιακουμάτος δεν είναι ράτσας, δεν είναι του σαλονιού, δεν είναι τσιουάουα ούτε μαλτέζ. Είναι τσοπανόσκυλο, λαϊκός τύπος. Γαβγίζει μόνο για να μας προστετεύσει, όχι επειδή είναι κακός, αλλά επειδή τον πνίγει η αδικία, όπως λέει. Και σπεύδει να μας διαβεβαιώσει για τις κοινωνικές του ευαισθησίες που τον ωθούν στο γάβγισμα: «Στην πολιτική εξοργίζομαι! Δεν σου εύχομαι να πα να βλέπεις νοικοκυραίους… που ήταν αξιοπρεπέστατος και ζούσε μια χαρά, να μην έχει σήμερα να φάει, να του’ χουν κόψει το ρεύμα! Εκεί αγανακτείς! Εκεί τα παίρνω λοιπόν! […] και αγριεύομαι». Μας τονίζει πως μέσα στο σπίτι του δεν γαβγίζει. Γαβγίζει μόνο στην πολιτική, στην αδικία προς τους νοικοκυραίους. Και μας επιστήνει την προσοχή στα «μουλωχτά και μαλλιαρά». Εμείς δεν μπορούμε παρά να κάνουμε τη σύνδεση: το τσοπανόσκυλο υποδηλώνει την κυρίαρχη αρρενωπότητα, τον ντόμπρο, χύμα, λαϊκό άντρα που προστατεύει το σπίτι και την οικογένειά του. Τον φύλακα που φωνάζει απ’έξω για να προστατεύσει τ@ από μέσα. Βέβαια, εμείς δεν είμαστε οικογένεια του Γιακουμάτου, ούτε και νοικοκυραίοι (που και αυτούς, ποιός άραγε τους εξώθησε στη δυστυχία;), άρα μάλλον τελικά έχουμε κάθε λόγο να φοβόμαστε. Στον αντίποδα του τσοπανόσκυλου, ο Γιακουμάτος βάζει τα σκυλιά ράτσας, κάτι «που είναι μουλωχτά και μαλλιαρά». Τι βρίσκεται στον αντίποδα της κυρίαρχης αρρενωπότητας, στερεοτυπικά έχει μακριά μαλλιά («μαλλιαρό») και σύμφωνα με τον αστικό μύθο κατοικεί στα σαλόνια; Μα η θηλυκότητα βέβαια! Και ο Γιακουμάτος, μας προειδοποιεί: «αυτά είναι ύπουλα, αυτά να τα φοβάσαι». Όπως πολύ χαριτωμένα υπαινίχτηκε προηγουμένως, οι γυναίκες είναι αυτές που εξαπατούν λέγοντας ψέματα για την ηλικία τους πχ. Και τα τσιουάουα και τα μαλτέζ είναι μουλωχτά και ύπουλα. Εξαπατούν με το μικρό τους μέγεθος και τη χαριτωμένη τους εμφάνιση ενώ είναι στην πραγματικότητα επικίνδυνα. Όπως και οι γυναίκες, σύμφωνα με την κυρίαρχη αφήγηση. Το αντίθετο από τα τσοπανόσκυλα. Και τους χύμα λαϊκούς, αρρενωπούς, προστάτες πολιτικούς.
Και αφού ο Γιακουμάτος ξεκαθάρισε πως στο σπίτι του είναι «αρνάκι», χαρακτηρισμός που ο ίδιος έδωσε στον εαυτό του αμέσως μετά από εκείνον του «τσοπανόσκυλου», η Σταμάτη ρωτά γελώντας: «Άρα πέφτει παντόφλα στο σπίτι;» Διαιωνίζοντας το στερεότυπο πως ο άντρας που δεν ασκεί βία στο σπίτι του είναι εκείνος που δέχεται βία. Γιατί προφανώς ισότιμες σχέσεις δεν μπορούν να υπάρξουν. Ή μάλλον δεν εξυπηρετούν το φαντασιακό μιας «ζουμερής» συνέντευξης που είναι τίγκα στα στερεότυπα, τον προβληματικό λόγο και το μίσος.
Η επόμενη ερώτηση συνεχίζει να υποβαθμίζει τις γυναίκες για την εξύψωση της τοξικής αρρενωπότητας του Γιακουμάτου. Λέει η Σταμάτη: «Αισθάνομαι ότι… είσαι και λίγο γυναικάς. Είσαι απ’τους λίγους άντρες που φλερτάρουν τις γυναίκες». «Γυναικάς» είναι ένας χαριτωμένος όρος για να χαρακτηρίσεις κάποιον που παρενοχλεί γυναίκες. Αλλά βέβαια, ο Γιακουμάτος δεν είναι κανένας κακοποιητής. Αντίθετα, συγχαίρεται και ως «απ’τους λίγους άντρες που φλερτάρουν τις γυναίκες». Γιατί η αντικειμενοποίηση των γυναικών είναι μάλλον κατόρθωμα στην πατριαρχία και όταν είσαι άντρας παίρνεις παράσημο επειδή είσαι «γυναικάς». Και ο Γιακουμάτος απαντά: «Ναι, ναι, ναι. Έχω το χούι να μην είμαι ομοφυλόφιλος. Άρα… Πρέπει να μ’αρέσουν οι γυναίκες, τι να κάνουμε, να μου αρέσουν οι άντρες δηλαδή? Κι αυτό της μόδας τώρα βέβαια… αλλά εγώ αυτή τη μόδα δεν την πάω. Είμαι εκτός. Δεν υπάρχει πιο ωραίο πράμα απ’το ωραίο φύλο, υπάρχει πιο ωραίο πράγμα; […] Το ου μοιχεύσεις είναι κάτι το οποίο… ο αναμάρτητος τον λίθο βαλέτω. Ας ρίξει την πέτρα, ο αναμάρτητος. Εγώ δεν είμαι αναμάρτητος». Επειδή «γυναικάς» είναι όποι@ τ@ αρέσουν γυναίκες; Επειδή το να είσαι γκέι είναι «χούι» (τι άλλο να υποθέσουμε πως δηλώνει ο σαρκασμός εδώ); Επειδή μόνο άμα είσαι γκέι δεν είσαι «γυναικάς»; Επειδή μόνο στους στρέιτ άντρες αρέσουν οι γυναίκες; Επειδή άμα είσαι γκέι είσαι μέσα στη μόδα; Επειδή οι γυναίκες είμαστε «το ωραίο φύλο» και άρα το θήραμα και άρα είναι χρέος ενός άντρα να μας κυνηγά; Επειδή ως «το ωραίο φύλο» είμαστε διακοσμητικό σκεύος που μετά το κυνήγι θα μας στολίσει ως τρόπαιο στο σαλόνι του; Επειδή φαίνεται πως η μοιχεία είναι αναπόφευκτη για έναν χύμα στρέιτ άντρα. Βέβαια, παραλείπεται να γίνει αναφορά στο κατά πόσο η σύζυγος του Γιακουμάτου έχει το ίδιο προνόμιο μέσα στον γάμο τους να φλερτάρει άλλα άτομα.
Το ξέπλυμα του Γιακουμάτου από την Σταμάτη συνεχίζεται προσπαθώντας να δικαιολογήσει την ομοφοβία του: «Ξέρεις τι; Έχεις λίγο παρεξηγηθεί για τις δηλώσεις σου για τους… για τους ομοφυλόφιλους και σε έχουν πει και ομοφοβικό ακόμα! Σε ενοχλεί αυτό;» Γιατί προφανώς ο Γιακουμάτος με όλα αυτά που λέει δεν είναι ομοφοβικός, αλλά «παρεξηγημένος» μωρέ. Και επειδή προφανώς το μεγάλο ερώτημα είναι αν ο Γιακουμάτος ενοχλείται που τον λέμε ομοφοβικό, όχι αν εμείς ενοχλούμαστε και καταπιεζόμαστε από την ομοφοβία του.
Και η απάντησή του: «Εντάξει… Πρώτο, δεν έχω πρόβλημα και έχω πάρα πολλούς φίλους ομοφυλόφιλους. Πάρα πολλούς! Δεν με ενδιαφέρει η συμπεριφορά η σεξουαλική του καθενός, είναι δικό του θέμα. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι ότι δεν μπορείς να προτείνεις αυτό το θέμα ως μεγάλο πλεονέκτημα. Είναι κάτι που το ‘χουν όλοι. Δηλαδή δεν μπορείς να μου ανάγεις την ομοφυλοφιλία σε… σε παράδειγμα προς μίμηση. Εντάξει, είναι ένας άνθρωπος… Ο ομοφυλόφιλος είναι δύο ειδών, για να το καταλάβετε ιατρικά. Είναι οι επίκτητοι και οι συγγενείς, οι οποίοι γεννιόνται. Αυτός δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα. Αυτός γεννήθηκε! Δηλαδή, τα οιστρογόνα του ήταν περισσότερα από τα ανδρογόνα. Αυτόν λοιπόν γιατί να τα έχω μαζί του; Δεν είμαι ομοφοβικός. Απλώς πρέπει να έχουνε όλοι παραδείγματα. […] Άμα δεις στην τηλεόραση, πχ, η οποία μπαίνει στο σπίτι μέσα, όλα τα παραδείγματα είναι τα 90%, τα πετυχημένα, ομοφυλοφιλικά. […] Όταν το παιδί βλέπει ότι ανεβαίνει, ανεβαίνει, ε… κολλάει. Είναι κολλητική αρρώστια».
Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε πως η εδώ ρητορική περί αρρώστιας, ο παραλληλισμός της ομοφυλοφιλίας με κολλητική αρρώστια, έρχεται να συμπληρώσει την αρχή αυτής της συνέντευξης όπου ο Γιακουμάτος εύχεται υγεία και τονίζει τη σημασία της υγείας. Ο Γιακουμάτος μέσα σε 11 λεπτά πέρασε από τις ευχές για υγεία και τη σημασία της, στο «εγκεφαλικό σκορβούτο» και στην εξίσωση της ομοφυλοφιλίας με κολλητική αρρώστια.
Λοιπόν, κύριε χύμα-τσοπανόσκυλο-που-είναι-αρνάκι, εντάξει… Πρώτο, έχω πρόβλημα με τη ματσίλα. Αλλά έχω κι εγώ πάρα πολλ@ φίλ@ στρέιτ. Πάρα πολλούς! Δεν με ενδιαφέρει η συμπεριφορά η σεξουαλική σας, είναι δικό σας θέμα. Ούτε κι αν σας αρέσει «το ωραίο φύλο» με ενδιαφέρει. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι ότι δεν μπορείς να προτείνεις αυτό το θέμα ως μεγάλο πλεονέκτημα. Είναι κάτι που το ‘χουν όλοι. Είναι ένα προνόμιο. Δηλαδή δεν μπορείς να μου ανάγεις την ετεροφυλοφιλία σε… σε παράδειγμα προς μίμηση. Και σίγουρα δεν μπορείς να μου ανάγεις την τοξική σου αρρενωπότητα σε… σε προτέρημα και καθολικό κανόνα! Εντάξει, είναι ένας άνθρωπος… Ο σις ετεροφυλόφιλος λευκός άντρας συντηρητικός πολιτικός είναι μάλλον ενός είδους μόνο, για να το καταλάβετε κοινωνικά. Είναι επίκτητος ρόλος, ο οποίος στην επιτέλεσή του καταπιέζει όλ@ εμάς τ@ υπόλοιπ@. Αυτός δεν ξέρω αν μπορεί να αλλάξει τίποτα. Θέλω να πιστεύω όμως πως μπορούμε να τον ανατρέψουμε. Αυτός έγινε! Δηλαδή, τα προνόμιά του ήταν περισσότερα από τις εμπειρίες του. Αυτόν λοιπόν έχω κάθε λόγο να τα έχω μαζί του. Δεν είμαι ετεροφοβική. Απλώς πρέπει να έχουμε όλ@ παραδείγματα. Και πρέπει να έχουμε όλ@ εκπροσώπηση. Εκπροσώπηση δεν χρειάζονται ούτε και πρέπει να έχουν οι κακοποιητές. Άμα δεις στην τηλεόραση, πχ, η οποία μπαίνει στο σπίτι μέσα, όλα τα παραδείγματα είναι τα 90%, τα πετυχημένα, ετεροκανονικά, κυρίαρχα αρρενωπά, κακοποιητικά. […] Όταν το παιδί βλέπει ότι ανεβαίνει, ανεβαίνει, ε… επηρεάζεται. Είναι μια κανονικότητα. Είναι κοινωνικό προνόμιο και είναι η δική μας πολιτική καταπίεση. Η αντίστασή μας είναι κολλητική, ναι, για αυτό να φοβάσαι!
hecate
Black Rose
13/07/2017
Στενοχωρήθηκα πολύ τότε με αυτή τη συνέντευξη. Για την ακρίβεια, στενοχωρήθηκα και εξοργίστηκα. Για όλους αυτούς τους γελοίους, μίζερους, κομπλεξικούς ανθρώπους που τόσα χρόνια επιτρέψαμε ως λαός να μας κυβερνούν (εγώ προσωπικά δεν τους ψήφιζα, ωστόσο νιώθω τεράστια απογοήτευση). Και φυσικά για όλα τα επικίνδυνα στερεότυπα με τα οποία γαλουχήθηκαν γενιές ανθρώπων και συνεχίζουν δυστυχώς να γαλουχούνται. Είμαι από επαρχία, εξακολουθώ να περνώ σημαντικό μέρος του χρόνου μου στον τόπο καταγωγής μου και ακούω με θλίψη νέους ανθρώπους να αναπαράγουν τις αηδίες που τους μεταλαμπάδευσαν οι γονείς και οι παππούδες- γιαγιάδες τους.